Απ’ τη θαμπάδα
ενός φεγγαριού ασθενικού
όλοι περιμένουν
έναν κομήτη να πέσει στην αυλή τους,
στα μικρά ήσυχα
ομοιόμορφα σπιτάκια τους.
Μα, απ’ τις
μετακινήσεις του λεπτοδείκτη
κι απ’ τις πόρτες
που μάταια χτυπώ,
η νύχτα πέρασε.
Θα μπορούσα να
περπατάω πέρα δώθε ώρες
σα ρολόι ακούρδιστο,
να χτυπώ στο αύριο
για τίποτα.
Αλλά γιατί;
Κανένας κομήτης
δεν έπεσε
και τα ρολόγια
όμως σταμάτησαν,
σαν μπροστά σε
τοίχο η μέρα τέλειωσε.
Κι αν τώρα
έμπαινες στο τρένο
ή περνούσες από
μακριά μ’ ένα αεροπλάνο,
θα μ’ έβλεπες να
ψευτοκοιμάμαι σε κάποια θέση
ενώ συλλογίζομαι
το αύριο πού θα με βρει
έξω από ποιο
κτήριο και με τι θόρυβο στ’ αυτιά μου,
θα μ’ έβλεπες να
μισανοίγω τα μάτια μου προς το παράθυρο
και να παρατηρώ
την πανσέληνο να τρέχει ξωπίσω μου
όπως εγώ τρέχω από
γωνιά σε γωνιά τούτης εδώ της μητρόπολης.
Χειμώνας
2013-2014,
Brighton, UK.
Comments
Post a Comment