Skip to main content

Για ένα σπίτι

Άνοιξε όλα τα παντζούρια του σπιτιού και τράβηξε τις κουρτίνες. Λένε πως τα σπίτια άμα μπει το φως του ήλιου μέσα ζεσταίνονται. Τούτο ‘δω πάντως ήταν ακόμα κρύο. Άφησε το κείμενο που έγγραφε για πολλοστή φορά χωρίς διορθώσεις, χωρίς συνέχεια. Μερικές φορές τα γράμματα φάνταζαν τεράστια στην οθόνη, ακατάλληλα για τις σκέψεις των ανθρώπων, άκομψα. Άλλες πάλι, οι σκέψεις των ανθρώπων έμοιαζαν άξιες της μοίρας τους. Αν και πίστευε πως δεν υπήρχε καμία μοίρα.
Το τραπεζάκι της γωνίας, όπως στηριζόταν μόνο σε ένα πόδι, έγερνε προς τη μία μεριά. Απόρησε πως στέκονταν ακόμα επάνω όλα αυτά τα πράγματα. Το βρήκε χαριτωμένο και σύντομα το ξέχασε. Το τζάκι ήταν βρώμικο κι αναρωτήθηκε μήπως πρέπει να το καθαρίσει. Μα, τι σημασία έχει ένα τζάκι; Καμιά! Προχώρησε στο βαριά επιπλωμένο σπίτι, με μόνη ένδειξη ζωντάνιας τα λουλούδια στα βάζα. Τα πήρε στο νεροχύτη για να τους αλλάξει το νερό κι όπως το νερό από τα βάζα χυνόταν κιτρινισμένο, μία μακάβρια συνειδητοποίηση έμοιαζε να τα γεμίζει. Ένας άνθρωπος δε χρειάζεται φροντίδα, δεν πρέπει να χρειάζεται φροντίδα, δεν είναι λουλούδι. Δεν έχει ανάγκη κάποιον να του αλλάζει το νερό, έστω καθυστερημένα. Ούτε μπορεί κάποιος να τον κόψει από εκεί που ρίζωσε για να τον στολίσει απλά κάπου αλλού. Ένας άνθρωπος είναι αυτόβουλος και αυτόνομος. Άρα, κάλλιστα μπορεί να είναι και μόνος. Σύντομα όμως, γεμίζοντας και πάλι τα βάζα με νερό, γιατί τα λουλούδια το είχαν ανάγκη, η συνειδητοποίηση έφυγε, κιτρίνισε σαν υποψία και μετά έμεινε απλά σαν ψευδαίσθηση, μια σκιά μες στο σπίτι.   
Κοίταξε τη λίστα για τα ψώνια δίπλα στο νεροχύτη και συμπλήρωσε να πάρει κεριά. Τα τελευταία τα είχε κάψει χθες. Μισούσε τα φώτα, τον τεχνητό φωτισμό για την ακρίβεια. Ζάλιζε τόσο πολύ τα μάτια, ειδικά όταν έγραφε. Τα κεριά, μικρά, μεγάλα, εντυπωσιακών σχημάτων, απλά ρεσώ, πληρούσαν σαφώς καλύτερα τις προδιαγραφές των ανθρώπινων ματιών, και τις αντοχές τους. Κρατούσαν, επίσης, καλύτερη συντροφιά στις σκιές. Δημιουργούσαν μία κάποια ατμόσφαιρα.
Τοποθέτησε τα βάζα πίσω στις θέσεις τους, με τα λουλούδια γυρισμένα στο φως που έμπαινε από τις ανοιχτές κουρτίνες. Έπιασε με τη ματιά μία δεκαοχτούρα στο κάγκελο του μπαλκονιού. Κοιτάχτηκαν για λίγο και πέταξε. Μια υποψία πέρασε από το μυαλό, μια δεκαοχτούρα δεν έχει ανάγκη παρέα για να πετάξει, αλλά έσβησε σχεδόν αμέσως.
Το σπίτι ήταν ακόμα κρύο. Στην πραγματικότητα θεωρούσε αυτό με τον ήλιο και τη ζέστη χαζομάρα, αλλά απολάμβανε πάντα το φως του. Στις βιβλιοθήκες, για παράδειγμα, επέλεγε πάντα χώρους κοντά σε μεγάλα παράθυρα, με ελάχιστο ή και καθόλου τεχνητό φωτισμό. Μια τέτοια μέρα που τίποτα δε συνέβαινε, αποφάσισε να πάρει ένα οποιοδήποτε βιβλίο και να διαβάσει υπό το φως του ηλίου.
Πήγε στη βιβλιοθήκη κι έτσι όπως απλωνόταν πίσω από το γραφείο, πελώρια σαν τη γη του καθημερινού ανεξερεύνητου, γιατί είχε ήδη διαβάσει όλα τα βιβλία που βρίσκονταν εκεί τουλάχιστον μία φορά, ζαλίστηκε. Ή καλύτερα, αφέθηκε για μερικά δευτερόλεπτα να νομίσει πως όλα αυτά τα βιβλία, απλά και μόνο εξ όψεως, υπερέβαιναν κάθε άλλη ύπαρξη. Μετά τράβηξε ένα στην τύχη, χωρίς να προσέχει. Η κυρία Ντάλογουεη, Βιρτζίνια Γουλφ. Το άνοιξε σε μία σελίδα, χωρίς να προσέχει.  
«Το Πόρτλαντ Πλέης γίνεται ένα θεαματικό πλουσιόσπιτο κι ο υπαλληλάκος μας το επισκέπτεται όταν οι νοικοκυραίοι λείπουν ταξίδι· οι πολυέλαιοι τυλιγμένοι καλά καλά με χοντρό λινό· η οικονόμος εκθέτει στους επισκέπτες την ομορφιά και τις χάρες του σπιτιού ανασηκώνοντας μιαν ακρούλα απ’ τις βαριές κουρτίνες για ν’ αφήσει τις αιχμηρές, σκονισμένες λουρίδες φως να πέσουν πάνω στις αδειανές περίτεχνες πολυθρόνες· πολύ όμορφο, αλλά κομματάκι παράξενο, σκέφτεται ο υπαλληλάκος.»  
Το κλείνει και σκέφτεται τον υπαλληλάκο. Αντιπαθεί τους υπαλληλάκους, και τους υπαλλήλους γενικότερα. Στην όψη τους αντικατοπτρίζονται όλα όσα φοβάται· το ατελείωτο, το άφταστο, το αξημέρωτο, το κενό, η αναμονή, η ανάκληση, το άφωτο, το διφορούμενο, η δύση, η ψευδαίσθηση, η επανάληψη, η έπαρση, η απόκλιση, η τάξη, το τίποτα!
Κοιτάζει ξανά τη χαοτική επίπλωση του σπιτιού, χαοτική σα τη σκέψη που μόλις έκανε. Η καθιερωμένη επίσκεψη μάλλον είχε έρθει η ώρα να φτάσει στο τέλος της. Συνήθως όλες τόσο κρατούσαν, έφτανε απόγευμα, διανυκτέρευε και μέχρι το επόμενο μεσημέρι είχε και πάλι φύγει. Είχε δική του προσωπικότητα αυτό το σπίτι, τέτοια που έστεκε και δίχως κανέναν. Είχε έναν παλμό τόσο δυνατό που επιτάχυνε εκείνον της καρδιάς. Και τα λουλούδια, ακόμα κι αυτά, άντεχαν για εβδομάδες, ενίοτε μήνες με το ίδιο νερό, στην κλεισούρα. Λες και τα αναζωογονούσε κάτι άλλο. Λες και δεν είχαν κοπεί ποτέ από τον κήπο, ο οποίος επίσης έκανε τον κύκλο του στις εποχές χωρίς καμία φροντίδα.
Μάζεψε τα λιγοστά πράγματα που είχε φέρει μαζί, κι έκλεισε στον σάκο μαζί με αυτά και τη λίστα με τα ψώνια της επόμενης φοράς. Τράβηξε τα παντζούρια να κλείσουν και τα ασφάλισε, τις κουρτίνες όμως τις άφησε ανοιχτές. Επέστρεψε το βιβλίο της Βιρτζίνια Γουλφ στη βιβλιοθήκη και προσπάθησε να ξεχάσει τον υπαλληλάκο της. Έκανε μία τελευταία βόλτα στο σκοτεινό, και πάντα κρύο, σπίτι. Δεν υπήρχε οικονόμος, και φυσικά δεν υπήρχαν επισκέπτες. Αν και θα του άρμοζαν και τα δύο. Αλλά ακόμα και άδειο, αυτό το σπίτι ήταν τόσο ζωντανό. Με τους πίνακες, τα πορτρέτα, τις φωτογραφίες σε κάθε τοίχο και εσοχή, το σπίτι ανέπνεε και ζούσε, παλλόταν στο χρόνο, στις γενιές· στις σελίδες που έγγραφε και ξανάγραφε, ατέρμονα· στον ήχο της κλειδαριάς που σφάλιζε την πόρτα που μόλις είχε κλείσει απαλά, σχεδόν ευλαβικά.                 

Comments

Popular posts from this blog

Έγκλημα στη Σαμοθράκη

Συγκλονιστικές είναι οι εξελίξεις σχετικά με το μέχρι στιγμής ανεξιχνίαστο έγκλημα στη Σαμοθράκη. Η σωρός του Μολδαβού επιχειρηματία βρέθηκε τελικά σε δύσβατο κομμάτι του βράχου Βρυχού, περιφερειακά του οικισμού της Χώρας. Η αστυνομία κάνει λόγο για δολοφονία, αλλά δεν έχει δώσει προς το παρόν λεπτομέρειες για τυχόν υπόπτους ή για τον τρόπο που αφαιρέθηκε η ζωή του θύματος! Ρίγος στην τοπική κοινωνία εν μέσω καλοκαιριού! Θα επιστρέψουμε κοντά σας μόλις έχουμε νεώτερα... Ο αστυνόμος Μακρής έκλεισε το ραδιόφωνο με αργές, σχεδόν θεατρικές κινήσεις. Όχι πως ήταν λάτρης του σανιδιού · μάλλον το αντίθετο. Τον επιβράδυνε περισσότερο η σκέψη της τελευταίας φράσης που άκουσε. Θα επιστρέψουμε κοντά σας μόλις έχουμε νεώτερα... Ήξερε τι σήμαινε αυτό. Το τηλέφωνο θα χτυπούσε σύντομα. Στην Αλεξανδρούπολη επικρατούσε πνιγηρή ζέστη. Ο απογευματινός παραλιακός περίπατος περισσότερο είχε αυξήσει παρά ανακουφίσει τη δυσφορία που ήδη ένιωθε. Βέβαια δεν ήταν μόνο ο καιρός. Στην πρα...

Mountain stars (a collection of irregular haikus)

I Your dreams are lately red. In the defiant light of the sun we appear less clean. What if I hide underneath the surface of the sea? Love was supposed to be effortless at start. Same songs same rain all the things you are doing with others. Storms unleashed threads pending cuts; your dreams are red. II Night butterflies fill the room night flowers drop tears reflections of us populate the walls underneath the sky I inhale the stars. The sea will expand to the world’s end (I know now) mountains will for once retract is it possible is it thinkable to stand here still? May 2024, Samothraki.

Μικρό καλοκαίρι

Ι Η υγρασία της θάλασσας σκεπάζει τη στεριά αντικριστά και μπαίνει μέσα μου. (Βρέχει ανεπαρκώς.) ΙΙ Τα δρομολόγια των πλοίων φεύγουν  κανονικά μα δεν επιστρέφουν πια. ΙΙΙ Ο βραδινός ουρανός διαστέλλεται  το ίδιο και η κόρη του ματιού · κάθε νύχτα ο ορίζοντας τρώει λίγο ακόμα από τη στεριά και κάθε ξημέρωμα η θάλασσα μας έχει κυκλώσει λίγο περισσότερο. IV Βουλιάζουμε. Σεπτέμβριος 2024, Σαμοθράκη.

Safe place

What it feels like to watch the ferry sail from ashore an island remote urged to absorb and write about all; the smallness of the houses the vastness of the stars the firmness of the mountain and the thriving sun the  stove  warmth the cricket songs the raven flights the goat bells from within the heights; what it is like looking for the winter in the uncanny light of the dusk and wanting to stop, eat up the day, and again start. Once, I walked at night in the dark crossing the ancient forest and ever since I walk, the forest every night. Samothraki, November 2024.

Bosphorus

In their cracky voices the seagulls talked – they truly did talk – about things that parted continents and seas. The crowd moved in a mass dance a choreography of nothing momentarily interrupted by streetcars. And the waters howled underneath they howled like a heartbeat soon (any moment now) to cease. Souls passed me by; some lost some wandering and some mine. Jan. 2024, Istanbul.

Composition

  I Irregular images go by quite naturally. II A pull deep inside the wave plunges before the shore. III A procession of doors shutting firmly behind me. IV A further pull the water mumbles far from the shore. V Gardens how in their beauty spread in front of me. VI Hooded crows paired in the skies time-travellers alike. VII Stairs beneath my feet rise in rambling buildings. VIII A single white feather by the wind carried across horizon deep. IX The train with all its nine coaches drags in tunnels stoically. X Sky creatures bizarrely by me undisturbed in the same sea. XI Words of use written or spoken lavishly, kindly. XII Thick shadows of the olive trees for a moment still unnaturally. XIII In a bookstore’s poetry section we speak for ten minutes then never again. XIV All the sounds finally surrender to the eyes’ silence. Summer 2024, London – Samothraki. Picture: Tavist...

Τι σχέση έχει ο Πάνακτος Βοιωτίας με τον Λουτρόπυργο Νέας Περάμου; Η κατάρρευση της οικειότητας

  Καμία. Τα χωρίζουν 32 χιλιόμετρα, ένα όρος, ένα τεράστιο δάσος και τα “σύνορα” νομών Βοιωτίας και Αττικής. Απ’ όσους οδηγούς έχουν σταματήσει ανά τα χρόνια έξω από το εξοχικό μας στον Κάτω Λουτρόπυργο για να ζητήσουν οδηγίες, κανείς ποτέ δεν κατευθύνθηκε προς τον Πάνακτο, ή προς τα Δερβενοχώρια. Κι εμείς ποτέ δεν θεωρήσαμε ότι ο Πάνακτος ή τα Δερβενοχώρια είναι κοντά προκειμένου να πάρουμε το αυτοκίνητο και να πάμε βόλτα προς τα εκεί. Πώς γίνεται λοιπόν μία φωτιά που είχε ξεκινήσει στον Πάνακτο Βοιωτίας να βρίσκεται δύο μέρες μετά στον Άνω Λουτρόπυργο, και συγκεκριμένα δίπλα στην Ολυμπία Οδό; Και πως γίνεται άλλες δύο μέρες μετά από αυτό η φωτιά να έχει σχεδόν κάνει κύκλο περνώντας από τα Μέγαρα και να έχει επιστρέψει στην Οινόη; Βρισκόμαστε μπροστά στην κατάρρευση της οικειότητας, αντιμέτωποι με την αδυναμία πλέον να ορίσουμε τι μας είναι γνώριμο. Το γνώριμο γίνεται γρήγορα άγνωστο, ακόμα και άγονο. Οι αναμνήσεις δεν βρίσκουν τόπο να σταθούν · μετά από κάθε οριοθέτησή...

April’s fools

I All our traumas sat around the table to dine courteously and with crooked smiles (too civilised for their own good). They exchanged words superfluous and untherapeutic. They drank until it was late and memory appeared to dissolve into nothingness. II Sometimes even after all this time, when the restaurant is empty and the music has stopped, I hear them trying to re-emerge from the surfaces that surpassed them the flowers that outlived them the lights that fooled them – intoxicated and vindicated by no one – into the shadows. I ask myself, sometimes, what will happen if they ever escape the shadows only to find that the dining table has since been replaced and most of their torturous attachments have ceased to be? What hidden and unresolved traumas will we have then? April 2024, Athens. Photograph: March 2024, Loutropyrgos.

From Katrina to Samothraki: Another Deluge.

The Chóra of Samothraki two years ago, on Tuesday 20 October 2015. It was two years ago that I was arriving in Samothraki, no longer a tourist but in preparation for my PhD fieldwork application. It was the same days as this year’s floods that I, ambitious and with a questioning spirit, was stepping foot on the island, just two years ago. Two years following those first days everything is so different. Pictures depict a landscape all the sudden alienated, a stranger. Questions bear no longer their fruitful character, but instead awake nightmares. Words do not flow; and experience is a repetitious limbo stuck in mind. Walking amongst the debris and mud last week, in the aftermath of the pouring rain and squall, I could not raise my hands, hold the camera steadily and take pictures. Who would like to remember this anyway? Who would possibly like to store and return to such pictures in time? Four years ago, while taking a semester of my BA course in Social Anthropo...

Before

I shouldn't have said a word to begin with. Because words hit like waves against coastal cliffs; they make an impression and then retreat to the their chaotic origins – be it sea or sin. 26 Jul. 2020 Photograph: Thessaloniki, Oct. 2023